Φενέκ, η αλεπού της ερήμου

Το φενέκ, κοινώς, αλεπού της ερήμου, είναι σαρκοφάγο θηλαστικό της οικογένειας των κυνιδών, η μικρότερη αλεπού στην φύση. Έχει την επιστημονική
ονομασία Vulpes zerda, δεν περιλαμβάνει υποείδη και απαντά αποκλειστικά στην Β. και ΒΚ. Αφρική. Είναι προσαρμοσμένο να ζει στα αφιλόξενα ερημικά και ημιερημικά ενδιαιτήματα των περιοχών εξάπλωσής του, έχοντας αναπτύξει ιδιαίτερα δομικά και φυσιολογικά χαρακτηριστικά που του επιτρέπουν να αντέχει σε συνθήκες ξηρασίας και σε μεγάλες θερμοκρασιακές διαφορές.
Έχει λεπτό ρύγχος και πολύ μεγάλα αυτιά τα οποία φθάνουν σε μέγεθος μέχρι το 1/2 του σώματος. Το τρίχωμα (γούνα) είναι μακρύ (τρίχες μήκους 28 χλστ.), μαλακό και απαλό στην αφή. Το κεφάλι είναι υπόλευκο με αχνό καφετί "μπάλωμα" μπροστά στα μάτια, που είναι μεγάλα, με μαύρη ίριδα. Τα πλαϊνά και η κάτω επιφάνεια του σώματος είναι σχεδόν λευκά. Τα κάτω άκρα έχουν το κοκκινωπό χρώμα της άμμου. 
Τα πέλματα είναι πλήρως καλυμμένα από τρίχες, με μήκος, σχεδόν το 1/2 εκείνων του σώματος. Η καστανοκοκκινωπή ουρά είναι παχιά και θυσανωτή, με παχύτερη γούνα από εκείνη του σώματος (τρίχες μήκους 35 χλστ.), συχνά έχει ένα μαύρο μπάλωμα κοντά στην ραχιαία βάση της, καθώς και μαύρο άκρο. 
Τα πολύ μεγάλα αυτιά είναι λευκά στο εσωτερικό και κανελί-ερυθροκίτρινα στο εξωτερικό τμήμα τους. Το κεντρικό μέρος του αυτιού είναι σχεδόν γυμνό εσωτερικά, αλλά καλύπτεται από κοντές, πολύ λεπτές τρίχες στα άλλα σημεία του. Της χρησιμεύουν για να ακούει τα θηράματα όταν κινούνται υπόγεια, αλλά και για να διατηρούν μια δροσερή θερμοκρασία μέσα στο καυτό αμμώδες τοπίο.
Στα φενέκ δεν υφίσταται ιδιαίτερος φυλετικός διμορφισμός, με τα αρσενικά να είναι κατά 2-3 εκατοστά μεγαλύτερα από τα θηλυκά και κατά μερικά γραμμάρια βαρύτερα. Αρθρώνουν ποικιλία φωνών και καλεσμάτων, μερικά από τα οποία είναι "μαλακά" γαβγίσματα που χρησιμοποιούνται ως προειδοποιητικές κλήσεις, υψίσυχνα γαβγίσματα, πουρπουρίσματα όπως των αιλουροειδών όταν είναι ευχαριστημένα, αλλά και "απειλητικά" φωνήματα.
Είναι μονογαμικό θηλαστικό και τα ζευγάρια που σχηματίζονται παραμένουν μαζί σε κάθε αναπαραγωγική περίοδο. Χρησιμοποιούν ως φωλιές, λαγούμια που σκάβουν με τα νύχια των μπροστινών ποδιών τους, τα οποία μπορεί να φθάσουν μέχρι και 10 μ. σε μήκος και 1 μ. σε βάθος. Σκάβουν ταχύτατα και μπορούν να ολοκληρώσουν ένα λαγούμι βάθους 40 εκ. μέσα σε λιγότερο από 10 λεπτά.
Η κυοφορία διαρκεί 50-51 ημερών και γεννάει 2 έως 5 κουτάβια τα οποία γεννιούνται με τα μάτια κλειστά και πλήρες τρίχωμα, έχουν μήκος 10-11 εκατοστά και ζυγίζουν 40-45 γραμμάρια, περίπου. Ανοίγουν τα μάτια τους μετά 8-11 ημέρες και αποκτούν κινητικότητα μετά από 14 ημέρες. 

Ο θηλασμός πραγματοποιείται μέσα στο λαγούμι μέχρι την 20ή ημέρα, περίπου, ενώ αργότερα έξω από αυτό. Αρχίζουν να τρέφονται με κρέας στις 3 εβδομάδες, αλλά ο απογαλακτισμός τους πραγματοποιείται αρκετά αργότερα, στις 60-70 ημέρες.
         MyPhotoPics