Κάβο Ντόρο, Ελλάς

Το φοβερό και τρομερό ακρωτήριο, που κάθε τόσο "κατεβάζει" τα 8 και 9 μποφόρ 
καθηλώνοντας στα λιμάνια τα πλοία της  ακτοπλοΐας και  βάζοντας στην
απομόνωση τις Κυκλάδες. H ετυμολογία του Cavo D’ oro, επειδή φαίνεται να χρυσίζει κατά την ανατολή του ηλίου, πρέπει να θεωρείται αβάσιμη. Αντίθετα, πιο λογικός φαίνεται ο χαρακτηρισμός των Ιταλών ναυτικών που αποκαλούσαν το πέρασμα ως cavo duro (σκληρό, δύσκολο, ακρωτήρι). Στις μεταγραφές από χάρτη σε χάρτη καθιερώθηκε το πιο "εξωτικό" doro (d’ oro), αντί για το duro.
Η θαλάσσια περιοχή νότια των διαύλων (μπουγάζια) Σουνίου –
Μακρονήσου και Μακρονήσου – Κέας ονομάζεται “Kάβο Ντόρο”. 
Η νότια αλλά και βόρεια περιοχή του διαύλου Μακρόνησος – Κέα απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή κατά τη ναυσιπλοΐα, λόγω της διασταύρωσης πορειών με πάρα πολλά διαπλέοντα πλοία με πορεία από Ταίναρο προς Δαρδανέλια και αντίστροφα. Στην αρχαιότητα το στενό και το ακρωτήρι ονομαζόταν Καφηρέας ή Καθηρέας).  Κατά τον Μεσαίωνα το στενό του Κάβο Ντόρο ονομαζόταν Ξυλοφάγος, γιατί είχαν συμβεί αμέτρητα ναυάγια.
Στις 20 Mαίου του 1824 ελληνική ναυτική μοίρα από 24 πλοία, με αρχηγούς τους Γ. Σαχτούρη (από την Ύδρα), Γ. Ανδρούτσο (από τις Σπέτσες) και Ν. Αποστόλη (από τα Ψαρά), επιτέθηκε και διέλυσε στον Κάβο Ντόρο τον τουρκικό στόλο, που τον αποτελούσαν 52 πλοία, βυθίζοντας μια φρεγάτα και δύο κορβέτες.

Το ακρωτήριο του Καφηρέα ή Καβοντόρο βρίσκεται στο ανατολικότερο σημείο της νότιας Εύβοιας. Πάνω στο ακρωτήρι, το εκκλησάκι του Αγίου Γρηγορίου αγναντεύει τη θάλασσα και τους ναυτικούς που παλεύουν με τα δύσκολα κύματα της θάλασσας του Κάβο Ντόρο.
Απέναντι του βρίσκεται το νησάκι Αράπης που ονομάστηκε έτσι, όχι για το χρώμα του αλλά για το φόβο που προκαλεί. 
Eπάνω στην  βραχονησίδα, η οποία απέχει μισό μίλι Β.Α  από το ακρωτήριο Καφηρέα ή Κάβο Ντόρο  o  φάρος έχει τοποθετηθεί  από το 1925 και έχει ύψος 5 μέτρα ενώ στο εστιακό του ύψος είναι 34 μέτρα. Δεν είναι φάρος αλλά φανάρι πάνω στο ακρωτήρι του δέους το ονομαστό Κάβο Ντόρο. Εκπέμπει δύο λευκές αναλαμπές ανά 15 δευτερόλεπτα, η δε εμβέλειά του είναι 10 ναυτικά μίλια.
Τα ισχυρά θαλάσσια ρεύματα φέρνουν στην επιφάνεια θρεπτικές ουσίες που συντηρούν μεγάλους αριθμούς ψαριών και πλούσια θαλάσσια ζωή. Στη συνέχεια η θαλάσσια ζωή προσελκύει χιλιάδες θαλασσοπούλια. Την άνοιξη και το καλοκαίρι μπορεί κανείς να παρατηρήσει πολλές εκατοντάδες μύχους (Puffinus yelkouan), ένα είδος μικρής διομήδειας, που αναπαράγεται μόνο στην ανατολική Μεσόγειο.

Συχνά παρατηρούνται δελφίνια από τις ακτές του ακρωτηρίου όπως το ρινοδέλφινο (Tursiops trucatus).
Στον Αράπη φωλιάζουν τακτικά πολλές δεκάδες ασημόγλαροι και ενίοτε θαλασσοκόρακες. Κοινός είναι και ο αρτέμης, συγγενής του μύχου. Μέσα στα σμήνη των θαλασσοπουλιών, υπάρχει και ο σπανιότερος γλάρος του Αιγαίου, ο αιγαιόγλαρος. 


Η περιοχή είναι    καταφύγιο για τη μεσογειακή φώκια, που ζει σε απόκρημνες και άγριες ακτές. Περιοχές αναπαραγωγής της είναι οι θαλάσσιες σπηλιές, που υπάρχουν στην ευρύτερη περιοχή του Καβοντόρο.

Η γαλαζοπράσινη θάλασσα σμίγει με τα πολύχρωμα φρύγανα του ακρωτηρίου. Στα φρύγανα φύονται πολλά ασυνήθιστα ενδημικά αγριολούλουδα και βότανα. Το ακρωτήρι γίνεται την άνοιξη ένα πολύχρωμο κέντημα από αγκαθωτούς θάμνους που περιλαμβάνει σπάνια και εντυπωσιακά είδη φυτών. 

Χαρακτηριστικό είδος είναι το Centaurea spinosa   που σχηματίζει θαμνώνες. Ορισμένα εξαιρετικά σπάνια ενδημικά είδη όπως η Armeria johnsenii φύονται   και ανθίζουν κυρίως από τα τέλη του Απρίλη ως τις   αρχές του Ιούνη. Αυτή είναι η καλύτερη εποχή να επισκεφθεί κανείς το ακρωτήρι.                                                    
    MyPhotoPics