Μαυροπελαργός
Ο Μαυροπελαργός είναι πελαργόμορφο αποδημητικό πτηνό της οικογένειας των Πελαργίδων, που απαντάτε και στον ελλαδικό χώρο όμως πολύ λίγα ζευγάρια έρχονται πια στην Ελλάδα. Η επιστημονική του ονομασία είναι Ciconia nigra και δεν περιλαμβάνει υποείδη (μονοτυπικό).
Ο μαυροπελαργός, σε αντίθεση με τον λευκοπελαργό, είναι είδος πολύ συνεσταλμένο και επιφυλακτικό και έχει την τάση να μένει μακριά από τον άνθρωπο. Κατά συνέπεια, κατασκευάζει τη φωλιά του σε ερημικές περιοχές που βρίσκονται μακριά από κατοικημένα κέντρα.
Πρόκειται για ένα μεγάλου μεγέθους πουλί, που φτάνει τα 96 εκ. ύψος, τα 2 μέτρα άνοιγμα φτερών και τα 3 κιλά βάρος. Διαφέρει από τον λευκό πελαργό, που είναι και λίγο μεγαλύτερος, λόγω του χρώματός του, το οποίο είναι μαύρο, με μεταλλικές ανταύγειες πράσινες και μωβ στο επάνω μέρος και λευκό στο κάτω.
Το θηλυκό γεννάει 3-4 ως 6 πρασινοκίτρινα αυγά, που τα κλώσανε και οι δυο γονείς 40 μέρες περίπου. Στις μάχες που γίνονται, το θηλυκό παραμένει στη φωλιά, και μόνο το αρσενικό καταδιώκει τον εχθρό ή τον αντίπαλο.
Χτίζει τη φωλιά του στην κορυφή μεγάλων, ψηλών δέντρων - στη χώρα μας σπάνια και στους βράχους - και συχνάζει κοντά στα τέλματα, τους βάλτους και τις λίμνες, που βρίσκονται στις παρυφές του δάσους, όπου φωλιάζει. Στην Ελλάδα οι πρώτοι πελαργοί φτάνουν στα μέσα Μαρτίου και αρχίζουν να φεύγουν το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου.
Ο όρος ciconia στην επιστημονική ονομασία του είδους είναι η ακριβής απόδοση της ελληνικής λέξης πελαργός που, ήδη, καταγράφεται στα συγγράμματα των ποιητών Ορατίου και Οβιδίου.
Η λέξη παραπέμπει στο αρχαίο θρακικό φύλο των Κικόνων, οι οποίοι κατοικούσαν, μεταξύ άλλων, κατά μήκος της ακτής από τις εκβολές του ποταμού Έβρου, μέχρι την Βιστωνίδα, όπου υπήρχαν πολλοί πελαργοί και, οι κάτοικοι τούς αντιμετώπιζαν με πολύ σεβασμό.
Η επιστημονική ονομασία nigra είναι λατινικής προέλευσης και σημαίνει μέλας, (μαύρος) και όπως η κοινή ονομασία του είδους, μαυροπελαργός, οφείλεται στα μαύρα φτερά του πάνω μέρους του σώματός του.
MyPhotoPics