Ζέα

Πρόκειται για το αρχαιότερο ίσως δημητριακό και βασικό συστατικό της διατροφής των αρχαίων.Αναφέρεται και ως Ζειά.
Η θρεπτική του αξία είναι
αδιαμφισβήτητη. Δεν είναι τυχαίο που η ετυμολογία της  
λέξης «ζείδωρος» (αυτός που δωρίζει ζωή) προέρχεται από αυτό το δημητριακό.
Ζει (ζειαί, πληθυντικός του ζειά) + δώρος (δώρον) [Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας /Γεώργιος Δ. Μπαμπινιώτης, Αθήνα, Κέντρο Λεξικολογίας, 1998].
(Ζειά + δωρέομαι) δωρούμενος (δίδων, παράγων) ζειάς [Λεξικόν Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης / Ιωάννου Δρ. Σταματάκου, Αθήνα, Βιβλιοπρομηθευτική, 1994].


 Η ζέα είναι σημαντική όχι μόνο για τις ίνες και τα μέταλλα που περιέχει αλλά κυρίως για το μαγνήσιο που ενεργοποιεί τις ενζυματικές διαδικασίες του μεταβολι-
σμού. Αποκαλείται μαγνήτης
της Ζωής. Το ποσοστό του
αμινοξέος (Lycin), που περι-
έχει, είναι το συστατικό των
πρωτεϊνών που αυξάνει την
πεπτικότητα, ενισχύει  το ανοσοποιητικό σύστημα και είναι το βασικό στοιχείο στη βιοχημική λειτουργία του εγκεφάλου.                


Βοηθάει στην απορρόφηση θρεπτικών συστατικών (Ca, Mg κ.α.). Καταστέλλει τις φλεγμονές, που χρονίζουν στον οργανισμό και καταστρέφουν τα υγιή κύτταρα.
Καταστέλλει τα ένζυμα του καρκινικού κυττάρου (εμποδίζει την ανάπτυξη και μετάσταση του καρκίνου).Η Ζέα εξαφανίστηκε «μυστηριωδώς» από τη διατροφή μας.Το 1928 η καλλιέργειά της άρχισε να απαγορεύεται σταδιακά και μέχρι το 1932 καταργήθηκε τελείως στην Ελλάδα. Το σιτάρι είναι πιο ανταποδοτική καλλιέργεια, αλλά λιγότερο ωφέλιμο για τον οργανισμό. Ήταν η εισαγωγή των αλεύρων σίτου; Ήταν το οικονομικό συμφέρον ή κάτι πιο πολύπλοκο;

Δείγματα της εκμετάλλευσής του, που χρονολογούνται 10.000 χρόνια πριν, έχουν βρεθεί και στη Βόρεια Αφρική. Ο Όμηρος αναφέρεται στην καλλιέργεια της ζέας στη Λακωνική πεδιάδα «πυροί τε ζειαί τ’ ήδ’ εύρυφανές κρί λευκόν». Δέσποζε μέχρι τις αρχές των ιστορικών χρόνων μεταξύ των δημητριακών.
Εις τα χημικά εργαστήρια συνέκριναν
αλεύρι από Ζειά και Σιτάρι και μέχρι το 1926 διαπιστώνουν ότι:
Εις τον εγκέφαλο του ανθρώπου υπάρχει ένας αδένας μεγέθους διδράχμου τον οποίον ονόμασαν «Αμυγδαλή» ή «Αμύγδαλα». Αυτός ο αδήν δημιουργεί την μνήμην και την φαντασίαν εις τους ανθρώπους με 300 διαφορετικές πρωτεΐνες (Αμινοξέα). Αυτές οι πρωτεΐνες για να συνδεθούν μεταξύ τους, να δημιουργήσουν τα συμπλέγματα της μνήμης και να διατηρηθούν αυτά στον χρόνον, χρειάζονται μίαν δύναμιν, μίαν κόλλα, για να κολλήσουν. Αυτήν την κόλλα την προσφέρουν οι τροφές μας και την ονομάζουμε πρωτεΐνη στηρίξεως, πού σημαίνει συγκόλλησις και σταθεροποίησις της μνήμης.

Το ψωμί πού τρώμε από το Σιτάρι έχει τελείως διαφορετικές πρωτεΐνες στηρίξεως από το ψωμί από τη Ζειά. Εδώ ακριβώς  έγκειται και η διαφορά τους.
Εις το Σιτάρι υπάρχει άφθονη η γλουτένη. Η γλουτένη είναι μια ισχυρή κόλλα και χρησιμοποιείται ως φυσική κόλλα υπό των ανθρώπων στην καθημερινή ζωή των. Η γλουτένη, όμως, ως πρωτεΐνη στηρίξεως των πρωτεϊνών του εγκεφάλου διά την δημιουργίαν της μνήμης είναι καλή μεν, διότι δημιουργεί ισχυράν μνήμην, αλλά περιορισμένη, διότι συγκολλά περισσότερες πρωτεΐνες των απαιτουμένων και περιορίζει το απόθεμα αυτών».
Οι αρχαίοι Έλληνες το εγνώριζαν πολύ καλά αυτό, δι' αυτό εκτρέφοντο μόνο με Ζειά, εγνώριζαν ότι η Ζειά τρέφει το πνεύμα. Αυτό μας το λέει ο Αισχύλος εις τον ύμνον του προς την Δήμητρα: «Δήμητερ η θρέψασα την εμήν φρένα είναι με άξιον των σων μυστηρίων».
Επίσης δεν φράσσει τα αγγεία που διέρχεται, φλέβες, αρτηρίες, κ.λπ. Δεν παρουσιάζει τις πολλές ασθένειες πού παρουσιάζει η γλουτένη.
Επί πλέον η Ζειά περιέχει άφθονες βιταμίνες και πολλά ιχνοστοιχεία πού χρειάζεται ο οργανισμός μας, συν το αμινοξύ «Λυσίνη» το πολυτιμότατο συστατικόν δια τον οργανισμό μας, πού σήμερα οι άνθρωποι το αγοράζουμε πανάκριβα ως συμπλήρωμα της διατροφής μας, ενώ θα το είχαμε από το ψωμί της Ζειάς δωρεάν.
«Η πόλη των Αθηνών ονομαζόταν και Ζείδωρος, διότι επί του εδάφους της εκαλλιεργείτο εκτός από την ελαία και το δημητριακό ζειά.
Την Ζειά φορτοεκφόρτωναν από ένα λιμάνι του Πειραιώς που εξ αυτής έλαβε το όνομα Ζέα, και μέχρι σήμερα το λιμάνι ονομάζεται Ζέα.

Αρχαίο νόμισμα.
    MyPhotoPics