Χαρακτηρίζονται από τη χρήση βιοφωταύγειας κατά τη διάρκεια του λυκόφωτος για να προσελκύουν συντρόφους ή λεία. Παράγουν «κρύο φως», χωρίς εκπομπή στην υπέρυθρη ή υπεριώδη ακτινοβολία.
Συνήθως έχουν μήκος 6-8 χλστ., το σώμα τους είναι ορθογώνιο με τα δύο άκρα στρογγυλευμένα, το μικρό κεφάλι φέρει ένα ζευγάρι νηματοειδών κεραιών. Τα έλυτρα είναι καλά ανεπτυγμένα και στη θέση ανάπαυσης καλύπτουν τις μεμβρανώδεις πτέρυγες, οι οποίες είναι λίγο ανεπτυγμένες στις θηλυκές, έτσι που δεν τους επιτρέπουν να πετούν. Τα τρία ζευγάρια των άκρων έχουν κίτρινο χρώμα, ενώ το υπόλοιπο του σώματος είναι καφέ.
Το χημικά παραγόμενο φως στην κοιλιά τους μπορεί να έχει χρώμα κίτρινο, πράσινο ή αχνό κόκκινο, με μήκος κύματος ανάμεσα στα 510 και τα 670 νανόμετρα. Περίπου 2.000 είδη πυγολαμπίδων έχουν βρεθεί στα εύκρατα και τροπικά κλίματα και το κάθε είδος έχει το δικό του, ξεχωριστό τρόπο να εκπέμπει φως: είτε σύντομες κοφτές αναλαμπές είτε φως μεγαλύτερης διάρκειας.
Σε κάποια είδη εκπέμπει μόνο το ένα φύλο, από ένα σταθερό σημείο, για να προσελκύσει το αντίθετο φύλο.
Είναι από τα πιο χαρακτηριστικά έντομα του καλοκαιριού και στολίζουν τις νύχτες, πετώντας στους κήπους και στα δάση σαν μικροσκοπικά φαναράκια. Όμως κινδυνεύουν να εξαφανιστούν, όπως και οι μέλισσες, γιατί είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στη φωτορύπανση και τα φυτοφάρμακα τα οποία σταδιακά μειώνουν τα ενδιαιτήματά τους, περισσότερο ίσως από οποιεσδήποτε άλλες ομάδες εντόμων.
MyPhotoPics