Σε απόσταση τριών χιλιομέτρων από την Καστοριά, Ελλάς, στη βόρεια πλευρά της χερσονήσου, κοντά στο παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου, της Μονής Παναγίας Μαυριώτισσας,
διαπιστώθηκε για πρώτη φορά το 1954 η ύπαρξη μιας εισόδου σε ένα σπήλαιο (η οποία είσοδος έχει διανοιχτεί και διαμορφωθεί από τότε).
διαπιστώθηκε για πρώτη φορά το 1954 η ύπαρξη μιας εισόδου σε ένα σπήλαιο (η οποία είσοδος έχει διανοιχτεί και διαμορφωθεί από τότε).
Κοντά στην είσοδο υπάρχουν ελάχιστα λείψανα ασκηταριού με ένα σταυρό λαξευμένο στους βράχους του σπηλαίου του Δράκου σε απόσταση
15 μέτρων από τον παραλίμνιο περιφερειακό δρόμο.
Το σπήλαιο είναι διανοιγμένο μεταξύ στρωμάτων Μεσο-Ανωτέρου Λιασικού Ασβεστόλιθου της Πελαγονικής ζώνης. Μετά από εξερεύνηση αποκαλύφθηκε ότι στο εσωτερικό υπάρχουν επτά υπόγειες λίμνες με ποικίλες διαστάσεις και βάθη.
Η μεγαλύτερη έχει βάθος 20 μέτρα και πλάτος 5 μέτρα. Υπάρχουν ακόμη δέκα αίθουσες διαφόρων διαστάσεων και μορφών και πέντε διάδρομοι σε μορφή "συράγγων".
Μέση θερμοκρασία το σπήλαιο έχει 16-18 βαθμούς Κελσίου και υγρασία 85-90%. Η θερμοκρασία των νερών στις εσωτερικές λίμνες είναι 14 βαθμοί Κελσίου, όταν η λίμνη της Καστοριάς έχει υπό σκιά 21 βαθμούς Κελσίου. Αποτελεί ένα από τα θεαματικότερα σπήλαια της Ελλάδας και οφείλει μάλιστα την ονομασία του σε κάποιο θρύλο.
Ο Μύθος του Σπηλαίου:
Πριν από πολλούς αιώνες η μεγάλη σπηλιά που βρίσκεται πριν από το μοναστήρι της Μαυριώτισσας ήταν χρυσωρυχείο που τη φύλαγε άγρυπνα ένας δράκος που ανέπνεε και έβγαζε από το στόμα του φλόγες και δηλητηριώδης ατμούς. Το τέρας μετά από μάχη, κτυπήθηκε και επέπλεε νεκρό στα νερά της λίμνης. Κατόπιν, με αναμμένους δαυλούς, άνθρωποι, προχώρησαν στη σπηλιά όπου κάποια στιγμή οι δαυλοί έσβησαν λόγω έλλειψης οξυγόνου στο βάθος του σπηλαίου.
Τότε ακούστηκε μια φωνή να λέει: "εκείνος που θα σκύψει και θα πάρει μια χούφτα λάσπης που πατάει θα μετανιώσει αλλά και εκείνος που δεν θα πάρει πάλι θα μετανιώσει". Ορισμένοι τόλμησαν να πάρουν λάσπη από το σπήλαιο και βγαίνοντας έξω στο φως του ήλιου είδαν με έκπληξη πως κρατούσαν υγρή χρυσόσκονη.
ΜyPhotoPics
Το σπήλαιο είναι διανοιγμένο μεταξύ στρωμάτων Μεσο-Ανωτέρου Λιασικού Ασβεστόλιθου της Πελαγονικής ζώνης. Μετά από εξερεύνηση αποκαλύφθηκε ότι στο εσωτερικό υπάρχουν επτά υπόγειες λίμνες με ποικίλες διαστάσεις και βάθη.
Η μεγαλύτερη έχει βάθος 20 μέτρα και πλάτος 5 μέτρα. Υπάρχουν ακόμη δέκα αίθουσες διαφόρων διαστάσεων και μορφών και πέντε διάδρομοι σε μορφή "συράγγων".
Μέση θερμοκρασία το σπήλαιο έχει 16-18 βαθμούς Κελσίου και υγρασία 85-90%. Η θερμοκρασία των νερών στις εσωτερικές λίμνες είναι 14 βαθμοί Κελσίου, όταν η λίμνη της Καστοριάς έχει υπό σκιά 21 βαθμούς Κελσίου. Αποτελεί ένα από τα θεαματικότερα σπήλαια της Ελλάδας και οφείλει μάλιστα την ονομασία του σε κάποιο θρύλο.
Ο Μύθος του Σπηλαίου:
Πριν από πολλούς αιώνες η μεγάλη σπηλιά που βρίσκεται πριν από το μοναστήρι της Μαυριώτισσας ήταν χρυσωρυχείο που τη φύλαγε άγρυπνα ένας δράκος που ανέπνεε και έβγαζε από το στόμα του φλόγες και δηλητηριώδης ατμούς. Το τέρας μετά από μάχη, κτυπήθηκε και επέπλεε νεκρό στα νερά της λίμνης. Κατόπιν, με αναμμένους δαυλούς, άνθρωποι, προχώρησαν στη σπηλιά όπου κάποια στιγμή οι δαυλοί έσβησαν λόγω έλλειψης οξυγόνου στο βάθος του σπηλαίου.
Τότε ακούστηκε μια φωνή να λέει: "εκείνος που θα σκύψει και θα πάρει μια χούφτα λάσπης που πατάει θα μετανιώσει αλλά και εκείνος που δεν θα πάρει πάλι θα μετανιώσει". Ορισμένοι τόλμησαν να πάρουν λάσπη από το σπήλαιο και βγαίνοντας έξω στο φως του ήλιου είδαν με έκπληξη πως κρατούσαν υγρή χρυσόσκονη.
ΜyPhotoPics